dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
μέσα διευκόλυνσης των ατόμων με ειδικές ανάγκες
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Hilfsmittel für Behinderte
Ⓦ
Ⓖ
…