dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
φυσιογνωμία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gepräge
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
χαρακτήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gepräge
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)