dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ταίρι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gegenstück
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ομόλογος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gegenstück
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αντίθετος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gegenstück
Ⓦ
Ⓖ
…