dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
παραθυρόφυλλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fensterflügel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πλευρά παραθύρου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fensterflügel
Ⓦ
Ⓖ
…