dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
Εσκιμώος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Eskimo
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)