dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
απεξάρτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Entwöhnung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
απογαλακτισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Entwöhnung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αποθηλασμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Entwöhnung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αποκοπή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Entwöhnung
Ⓦ
Ⓖ
…