dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
περιστρεφόμενη καρέκλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Drehstuhl
Ⓦ
Ⓖ
…