dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
διαμάντι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Diamant
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αδάμας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Diamant
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαμαντόπετρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Diamant
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
διαμαντένιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Diamant-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αδαμάντινος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
diamanten
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
διαμαντένιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
diamanten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
διαμαντένιο δαχτυλίδι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Diamantring
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
διαμαντένιο κόσμημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Diamantschmuck
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ακατέργαστο διαμάντι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rohdiamant
Ⓦ
Ⓖ
…