dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αξιολόγηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Beurteilung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
γνώμη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Beurteilung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κρίση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Beurteilung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εκτίμηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Beurteilung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
συνέντευξη αξιολόγησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Beurteilungsgespräch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κριτήριο αξιολόγησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Beurteilungsmaßstab
Ⓦ
Ⓖ
…
!
εξουσία εκτίμησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Beurteilungsspielraum
Ⓦ
Ⓖ
…
!
περιθώριο αξιολόγησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Beurteilungsspielraum
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αξιολόγηση σχολικής επίδοσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Leistungsbeurteilung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αξιολόγηση του προσωπικού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Personalbeurteilung
Ⓦ
Ⓖ
…