dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
μεταχείριση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Benutzung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
χρήση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Benutzung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
χρησιμοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Benutzung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
τέλος χρήσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Benutzungsgebühr
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επιβάρυνση σέρβις
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Benutzungsgebühr
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
κανονισμός χρήσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Benutzungsordnung
Ⓦ
Ⓖ
…