dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
κάρτα αναπηρίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Behindertenausweis
Ⓦ
Ⓖ
…