dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εργολάβος οικοδομών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bauträger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
εργολαβία οικοδομών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bauträger
Ⓦ
Ⓖ
…