dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
μπασκετμπολίστρια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Basketballspielerin
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
καλαθοσφαιρίστρια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Basketballspielerin
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
παίκτρια του μπάσκετ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Basketballspielerin
Ⓦ
Ⓖ
…