dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
Auk
Εννοούσατε:
Au
auf
aus
Εν μέρει αντιστοιχίες:
Auktion
Auktionator
auktionieren
Auktionshaus