dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
Ασιάτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Asiat
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
ασιατικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
asiatisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ασιατικός οργανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
asiatische Organisation
Ⓦ
Ⓖ
…