dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Αρκτική
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Arktis
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
άρκτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Arktis
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)