dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
μαρμελάδα βερίκοκο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aprikosenmarmelade
Ⓦ
Ⓖ
…