dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
εξάρτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abhängigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υποτέλεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abhängigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)