dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ψυχοσύνθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gemütsart
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ψυχοσύνθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Naturell
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ψυχοσύνθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gemüt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ψυχοσύνθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Wesen
Ⓦ
Ⓖ
…