dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ψιψίρης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
pingelig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ψιψίρης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
spitzfindig
Ⓦ
Ⓖ
…