dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
χρονοτριβή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verzögerung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
χρονοτριβή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Zeitverlust
Ⓦ
Ⓖ
…