dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
φυλαχτό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Amulett
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
φυλαχτό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Talisman
Ⓦ
Ⓖ
…