dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
φιλικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
freundlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
φιλικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
freundschaftlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)