dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
φακός εργασίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Arbeitsleuchte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
φακός εργασίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Arbeitsstrahler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
φακός εργασίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Baustrahler
Ⓦ
Ⓖ
…