dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
υπομονετικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mild
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
υπομονετικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geduldig
Ⓦ
Ⓖ
…