dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
υποβιβασμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Demütigung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
υποβιβασμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erniedrigung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
υποβιβασμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Degradierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
υποβιβασμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Herabstufung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
υποβιβασμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Herabsetzung
Ⓦ
Ⓖ
…