dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
υπεύθυνη διδασκαλίας μαθήματος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kursleiterin
Ⓦ
Ⓖ
…