dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
τυμβωρυχία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Grabschändung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
τυμβωρυχία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Grabraub
Ⓦ
Ⓖ
…