dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
τηλεφωνικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Telefon-
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
τηλεφωνικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
telefonisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)