dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
ταξιδιωτική πράκτορας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Reisebürokauffrau
Ⓦ
Ⓖ
…