dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ταγματάρχης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Major
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ταγματάρχης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Oberwachtmeister
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)