dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
τέχνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kunst
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
τέχνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Technik
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
τέχνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Handwerk
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)