dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
σύρτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sandbank
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συρτή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schleppangel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
σύρτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Unterwasserdüne
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
σύρτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Untiefe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)