dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
σωματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
körperlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σωματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Körper-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σωματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leiblich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σωματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
physisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)