dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
συνοικισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Besiedlung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
συνοικισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Siedlung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
συνοικισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Stadtteil
Ⓦ
Ⓖ
…