dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
συνεργός διαφυγής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fluchthelfer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συνεργός διαφυγής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fluchthelferin
Ⓦ
Ⓖ
…