dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίρρημα
συλλογικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gemeinsam
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
συλλογικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
insgesamt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
συλλογικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zusammen
Ⓦ
Ⓖ
…