dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
συγκάτοικος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Mitbewohner
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συγκάτοικος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mitbewohnerin
Ⓦ
Ⓖ
…