dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
στόχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ziel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
στόχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gegenstand
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
στόχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zielscheibe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
στόχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Zweck
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)