dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
σταφύλι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Weintraube
Ⓦ
Ⓖ
…
σταφύλι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Rebe
Ⓦ
Ⓖ
…
σταφύλι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Traube
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σταφύλι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Weinstock
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)