dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
σκληραγωγία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abhärtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σκληραγωγία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ertüchtigung
Ⓦ
Ⓖ
…