dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
σκάσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Explosion
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
σκάσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Platzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σκάσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Riss
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)