dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίρρημα
σιδηροδρομικώς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mit der Eisenbahn
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
σιδηροδρομικώς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
per Bahn
Ⓦ
Ⓖ
…