dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
σειρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Reihe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
σειρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Reihenfolge
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
σειρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Flucht
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
σειρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zeile
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σειρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abfolge
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σειρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Satz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σειρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schlange
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σειρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Serie
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)