dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fürsorge
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wohlfahrt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Umsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorsorge
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)