dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
προτεραιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Priorität
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
προτεραιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Vorrang
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προτεραιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorfahrt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προτεραιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Serie
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)