dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
προμελέτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Vorsatz
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
προμελέτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorstudie
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προμελέτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Planung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προμελέτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorplanung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προμελέτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Entwurf
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προμελέτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Vorstudium
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)