dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
προθυμοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich anbieten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προθυμοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich bereit erklären
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προθυμοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich erbieten
Ⓦ
Ⓖ
…