dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
πρεσβευτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Botschafter
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πρεσβευτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Botschafterin
Ⓦ
Ⓖ
…