dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
πορτρέτο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Porträt
Ⓦ
Ⓖ
…
πορτρέτο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Portrait
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
πορτρέτο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Konterfei
Ⓦ
Ⓖ
…